Η Μήδεια , δηλαδή η γυναίκα που ” μήδεται ” που νοιάζεται , που προνοεί είναι κατά την μυθολογία μία στυγνή φόνισσα —αδελφοκτόνος και παιδοκτόνος—, οδηγημένη από το πάθος της.
Είναι όμως και μία πρωτοπόρος της εποχής της, δρώντας ενάντια στο συμβατικό δίκαιο, το δίκαιο του κράτους, θεωρώντας ότι οι δεσμεύσεις που απορρέουν από τις φυσικές σχέσεις με άλλους ανθρώπους έχουν προτεραιότητα απέναντι στις δεσμεύσεις του συμβατικού δικαίου — τους νόμους και τις αναγκαιότητες ενός πολιτικού θεσμού.
Και έτσι έρχεται αντιμέτωπη με το συμβατικό, το πολιτικό δίκαιο: το δίκαιο που επιβάλλει διά της φυσικής βίας, μια τάξη ανάμεσα στους ανθρώπους που πολλές φορές έρχεται σε οξεία αντίθεση με την τάξη που απορρέει από τις φυσικές τους υποχρεώσεις.
Η ασυμβίβαστη, ανατρεπτική Μήδεια αγάπησε τον Ιάσωνα και δέθηκε μαζί του χωρίς ο δεσμός τους να επικυρωθεί από έναν εκπρόσωπο του συμβατικού νόμου, ο δεσμός τους βασίστηκε στον αμοιβαίο έρωτα και στον όρκο, δηλαδή στο φυσικό δίκαιο. Όμως,ο Ιάσωνας για να αποκτήσει πολιτική εξουσία αναγκάστηκε να ακολουθήσει τις επιταγές του και να νυμφευθεί την κόρη ενός βασιλέα, θέτοντας τον όρκο που έδωσε μπροστά στους θεούς προς τη Μήδεια σε δεύτερη μοίρα. Η αντίδρασή της και οι συνέπειες είναι γνωστές. Ο καρπός της φυσικής τους σχέσης, τα παιδιά τους, θανατώνονται γιατί ούτως ή άλλως δεν είχαν δυνατότητα αναγνώρισης και αξιοπρεπούς ύπαρξης μπροστά στον συμβατικό νόμο.
Αυτά λέει ο μύθος και στη συνέχεια και ο Ευριπίδης για τους δικούς του λόγους.
Κι όμως η Μήδεια δεν σκότωσε τα παιδιά της· η Μήδεια του μύθου γιατί η Μήδεια του Ευριπίδη, ναι, το έκανε, τα σκότωσε και τα δύο. Όχι πως έκανε λίγα εγκλήματα η Μήδεια του μύθου: έκοψε κομματάκια τον αδελφό της και τον σκόρπισε στη θάλασσα, αργότερα έβαλε τις κόρες του Πελία να σκοτώσουν τον πατέρα τους, αλλά τα παιδιά της όχι, δεν τα σκότωσε.
Η Μήδεια λοιπόν δεν σκότωσε τα παιδιά της. Τώρα πώς του ήρθε του Ευριπίδη, τέτοια ιδέα είναι μεγάλη ιστορία για άλλες ώρες.
Η Ευριπίδια Μήδεια συναντά, κατά περίεργο τρόπο, εκείνη την άλλη παιδοκτόνο που σμίλευσαν τα χέρια και το μυαλό του Παπαδιαμάντη στο έργο του “Φόνισσα”.
O Γεωργουσόπουλος γράφει «η Μήδεια είναι ζωή, για αυτό και μπορεί να σκοτώσει. Τα παιδιά είναι η φυσική της προέκταση, σκοτώνοντας τα σκοτώνει τον εαυτό της και συγχρόνως ευνουχίζει συμβολικά τον προδότη του έρωτα».
Η Μήδεια ήταν απλά μια φόνισσα ή κάτι πέρα από αυτό;
Η παιδοκτονία σίγουρα είναι ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα. Είναι μια πράξη ακατανόητη από τον κοινό νου. Δεν θεωρώ ότι μπορεί κανείς να αποδεχτεί κάτι τέτοιο (Ακόμη και ανάμεσα σε φυλακισμένους αυτοί που έχουν πειράξει παιδιά είναι κατακριτέοι). Αλλά επειδή ολόκληρη η ζωή μας είναι κορώνα και γράμματα, έχει δηλαδή δύο όψεις, θεωρώ σημαντικό ακόμα και σε τέτοιες ακραίες περιπτώσεις να μπορούμε να κατανοήσουμε το γιατί και το πως, τις βαθύτερες αιτίες. Πιστεύω, με λίγα λόγια, πως για να μπορέσει να καταλάβει κανείς τους ανθρώπους στο σύνολό τους και σε βάθος, είναι ανάγκη να προσπαθήσει να βρεθεί έστω και για λίγο, στην ψυχολογία αυτών των δολοφόνων και έπειτα να απορρίψει τις πράξεις τους, όχι να τις απορρίψει με τη μορφή στερεότυπου.
Αλήθεια τι γίνεται, όταν μια μητέρα φτάνει στο σημείο να σκοτώσει το ίδιο της το παιδί; Είναι ψυχοπαθής, είναι ανώμαλη, δεν το αγαπά; Η παιδοκτονία, συγκεκριμένα από την πλευρά της μητέρας, είναι ένα πολύ λεπτό ζήτημα. Και μόνο στο άκουσμα της λέξης «παιδοκτονία», κανείς ανατριχιάζει. Σε όλους τους πολιτισμούς, σε όλες τις εποχές, η μητρότητα είναι κάτι το ιερό, είναι η ολοκλήρωση της μητέρας ως ανθρώπου. Γιατί, λοιπόν, μια μητέρα να γίνει παιδοκτόνος;
Έρευνες καταδεικνύουν ότι σχεδόν όλες οι γυναίκες που έφτασαν στο σημείο να σκοτώσουν τα παιδιά τους, είχαν κακοποιηθεί ή είχαν μεγαλώσει σε βίαιο περιβάλλον ή είχαν βιώσει έντονα την απόρριψη ή έπασχαν από κάποια μορφή ψυχοπάθειας. Κάποιοι αντέχουν τις δυσκολίες και κάποιοι όχι. Δε σημαίνει απαραίτητα ότι δεν αγαπούσαν τα παιδιά τους. Απλά, ίσως, με το δικό τους σκεπτικό το να τα δολοφονήσουν ήταν ένας τρόπος να τα λυτρώσουν από μία άσχημη ζωή σαν την δική τους.
Δεν συμμερίζομαι όλες εκείνες τις γυναίκες που σκότωσαν τα παιδιά τους. Διαφωνώ, όμως, με το να απορρίπτουμε, ακόμα και ένα τέτοιο φαινόμενο, άκριτα, χωρίς σκέψη. Εξάλλου, σε κάθε στυγερό δολοφόνο βρίσκουμε την ακραία μορφή των δικών μας παθών, των δικών μας σκέψεων, των δικών μας ενστίκτων. Μην ξεχνούμε, πως πάντοτε μελετώντας τα άκρα οι επιστήμονες έκαναν τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις. Έτσι μελετώντας τα άκρα μπορούμε να αντιληφθούμε τα πιο σημαντικά πράγματα για τους εαυτούς μας.
Η Μήδεια του μύθου, οι σύγχρονες Μήδειες, είτε αληθείς στην πραγματική ζωή, είτε υποκρινόμενες στην τέχνη, δεν είναι θύματα κάποιας μοίρας, ούτε μιας επίκτητης ψυχασθένειας. Είναι δημιουργήματα της κοινωνίας, στις οποίες ο ανδρικός λόγος είναι καθοριστικός, πιεστικός και διαστρεβλωμένος απέναντι στη γυναίκα, όπως είπε και ο κριτικός Βασίλης Ραφαηλίδης.
Κατά την Motz … “Η γυναίκα χρησιμοποιεί το σώμα της, ως το πιο ισχυρό επικοινωνιακό μέσο, ως το μεγαλύτερο όπλο της. Εξαιτίας της απόλυτης εξουσίας που έχει η μητέρα στα παιδιά της μέσα στον ιδιωτικό χώρο του σπιτιού της, μερικές διαταραγμένες γυναίκες, στερημένες από μητρική φροντίδα οι ίδιες, βλέπουν τα παιδιά τους ως ναρκισσιστική προέκταση του εαυτού τους. Έτσι, αντί να στρέψει την καταστροφική οργή στον εαυτό της, στρέφει αυτή τη φονική παρόρμηση στο παιδί της. Δηλαδή, η παιδοκτονία ως λειτουργία είναι το καθρέπτισμα της αυτοκτονίας στη φαντασία. Σκοτώνοντας το κακό μέρος του εαυτού της που έχει προβληθεί πάνω στο παιδί, η μητέρα παροδικά έχει εξαφανίσει τα απαράδεκτα μέρη του εαυτού της ”.
Πάνω στην παιδοκτονία, είτε με τη μορφή θυσιών (θυσία του Αβραάμ στην Παλαιά Διαθήκη, Ιφιγένεια εν Αυλίδι στον Ευριπίδη), είτε ως ανοχή μπροστά στους θανάτους και στην κακοποίηση των παιδιών σε περιοχές που μαστίζονται από τον πόλεμο ή τη φτώχεια, έχουν χτιστεί τα θεμέλια της ανθρωπότητας των εθνών και των θρησκειών.
Άν ανατρέξουμε στα φύλλα του ημερήσιου, του περιοδικού τύπου, στις τηλεοπτικές οθόνες των ΜΜΕ, πόσες σύγχρονες φαρμακεύτριες, πόσες τωρινές Μήδειες θα παρατηρήσουμε σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη μας; Εύκολη σχετικά η ανάλυση, η δικαιολόγηση του εγκλήματος, δύσκολη όμως η αποτροπή,γιατί το κυνήγι μαγισσών πάντα καλά κρατεί!!
Ο Γιώργος Χειμωνάς, ποιητής, νευρολόγος – ψυχίατρος, προλογίζοντας την ελεύθερη απόδοση της Μήδειας, γράφει: “Δε φταίει αυτή, δεν έχει άλλο τρόπο, γιατί κανένα άλλο συναίσθημα δε βρίσκει, δεν υπάρχει για να το χρησιμοποιήσει. Ο πόνος για τα παιδιά είναι το τελευταίο, το μοναδικό τέχνασμά της, που θα την υποτάξει στην πιο μαρτυρική, στην πιο αληθινή, γιατί δεν έμεινε καμιά άλλη αλήθεια από το γάμο τους”.
Η Μήδεια του Ευριπίδη είναι η γυναίκα που την ύβρισαν, η βασίλισσα που αφόπλισαν, το θηλυκό που δεν αμείφθηκε ο έρωτάς του., αλλά δεν παραδίδεται στην «παράδοση».
Η Μήδεια δεν αποχαιρετά, είναι νηπενθής και είναι ο μοναδικός δολοφόνος που μένει ατιμώρητη και θριαμβευτής.
Ειρωνεία: αυτή που δεν καταδέχεται να χάνει τον ένα καταλήγει να τα χάνει όλα. Σκοτώνοντας τα παιδιά της- δηλαδή τις ναρκισσιστικές προεκτάσεις της- σκοτώνει και τον εαυτόν της: πρόκειται για έναν αυτοκτόνο φόνο μια πράξη διευρυμένης αυτοκτονίας όπου ο αυτοκτόνος παρασύρει στον θάνατο όλους τους αγαπημένους.
Όλα αυτά γράφονται με αφορμή την επικαιρότητα και για προβληματισμό γιατί η Μήδεια εκδιώχθηκε και μυθολογικά αλλά και μέσα από τις σκέψεις των ανθρώπων σαν μίασμα, σαν την ντροπή, το στίγμα που δεν αντέχεται να ζει όχι μόνο στην μνήμη, αλλά να προκαλεί απέχθεια ακόμα και στο άκουσμα του ονόματός της… ποτέ πια μανάδες δεν ξαναδώσανε στις κόρες τους το όνομα Μήδεια.
Η Μήδεια όμως είναι η γυναίκα που αγάπησε.
Είναι ο άνθρωπος που χάρισε απλόχερα τις γνώσεις της όταν το δίκαιο ήταν παρών και άξιζε να φανερωθεί.
Όχι λοιπόν! Όχι!! Η Μήδεια δεν σκότωσε τα παιδιά της.
Αλλά ακόμη και να το έκανε… ας κρατήσουμε για το τέλος τα λόγια του Ντοστογιέφσκι:
«Γιατί σε τελευταία ανάλυση η Μήδεια μόνο να κατηγορείται ως εγκληματίας την ίδια στιγμή που απαλλάσσονται όσοι κάνουν τους πολέμους κι ευθύνονται για εκατομμύρια θανάτους παιδιών σ’ όλο τον κόσμο;
Γεωργία Καρβούνη Λιάσκου
Δικηγόρος,
Πρόεδρος συλλόγου γυναικών Αγίου Νικολάου Λιβαδειάς