Η μουσειολογική και μουσειογραφική μελέτη και η μελέτη για την ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου εκπονήθηκαν από το 2007-2010, στα πλαίσια του Γ΄ ΚΠΣ, υπό την εποπτεία της Διεύθυνσης Μουσείων, με τη στενή συνεργασία των συναρμόδιων Εφορειών Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού. Η υλοποίηση του έργου της επανέκθεσης από το 2011-2015 έγινε με τη συνεργασία των συναρμόδιων Εφορειών Αρχαιοτήτων για τη Βοιωτία.
Κατά τη διάρκεια της πολύχρονης προετοιμασίας του Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Θηβών εργάστηκε μεγάλος αριθμός εργαζομένων, μονίμων, αορίστου χρόνου και συμβασιούχων όλων των ειδικοτήτων. Το μεγάλο αυτό έργο ολοκληρώθηκε με την επιτυχή συνεργασία και τη συλλογή στοιχείων από άλλες υπηρεσίες και ποικίλους φορείς.
Ιδιαίτερα σημαντικό ήταν και το επιστημονικό έργο που επιτελέσθηκε κατά τη διάρκεια αυτού του έργου, με τα νέα στοιχεία που προέκυψαν μέσα από πρόσφατες ανασκαφές και δημοσιεύσεις. Σε αυτό συνέβαλε και η συνεργασία αρχαιολόγων, μελετητών των βοιωτικών αρχαιοτήτων.
Οι μελέτες που υλοποιήθηκαν για τη στήριξη των αρχαίων και τη διαμόρφωση των προθηκών, η συντήρηση και η αποκατάσταση των εκθεμάτων από εξειδικευμένους συντηρητές, όπως οι τοιχογραφίες, τα ψηφιδωτά δάπεδα, τα χειρόγραφα, οι λίθινοι λέοντες, καθώς και η συλλογή στοιχείων από ποικίλους φορείς και η συνεργασία μας με διάφορες υπηρεσίες, όπως τη Διεύθυνση Συντήρησης, την Εφορεία Σπηλαιολογίας, το Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών, το Μουσείο Ακροπόλεως κ.ά., παρείχαν τη δυνατότητα στο προσωπικό που συμμετείχε να διευρύνει τις γνώσεις του σε πολλούς τομείς και να αποκτήσει την αντίστοιχη εμπειρία.
Η μουσειολογική μελέτη καθόρισε την ερμηνευτική οπτική του μουσείου και προέταξε τον αφηγηματικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα της έκθεσης, ο οποίος υποστηρίχθηκε τόσο από την ανάπτυξη των εκθεμάτων στο χώρο, όσο και από το εποπτικό και ψηφιακό υλικό. Σημαντικό στοιχείο είναι ο διαχρονικός χαρακτήρας της έκθεσης, που βασίζεται στη μη αξιολογική προσέγγιση του παρελθόντος. Το νέο στοιχείο που χαρακτηρίζει το μουσείο είναι η συνύπαρξη δύο αρχαιολογικών χώρων στον περιβάλλοντα χώρο του, οι οποίοι εντάσσονται στην πορεία της έκθεσης.
Στο τρισδιάστατο ερμηνευτικό υλικό περιλαμβάνονται μακέτες αρχαιολογικών χώρων και μνημείων, πραγματικές και σχεδιαστικές αναπαραστάσεις, καθώς και αποκαταστάσεις. Με τον συγκεκριμένο τρόπο επιτυγχάνεται η άμεση κατανόηση και ερμηνεία των εκθεμάτων από τους επισκέπτες.
Η έκθεση περιέχει αρχαιότητες από παλαιότερες ανασκαφές και εμπλουτίζεται σε μεγάλο ποσοστό με νέα εκθέματα, που προέρχονται από τις ανασκαφές των τελευταίων χρόνων. Μερικά μάλιστα σύνολα των εκθεμάτων του είναι μοναδικά στο είδος τους στην Ελλάδα και στον κόσμο, όπως η μοναδική συλλογή των σφραγιδοκύλινδρων από το «Δωμάτιο του Θησαυρού» του μυκηναϊκού ανακτόρου της Θήβας, φερμένοι από την Ανατολή, η ομάδα κοσμημάτων από λαζουρίτη, οι εμπορικοί ψευδόστομοι αμφορείς με επιγραφές στη Γραμμική Β γραφή, οι μοναδικές στην ηπειρωτική Ελλάδα πήλινες ζωγραφιστές λάρνακες της Τανάγρας. Στην ιστορική περίοδο προσγράφονται η ομάδα των επιτυμβίων στηλών από σκούρο βοιωτικό λίθο, με υπέροχες εγχάρακτες μορφές πολεμιστών σε δράση εν ώρα μάχης, μερικοί Κούροι από το ιερό του Απόλλωνος στο όρος Πτώο και η ομάδα των πώρινων επιτυμβίων θριγκών. Εκτός όμως από τα μνημεία της προϊστορίας και της ελληνικής αρχαιότητας, θέση έχουν τώρα στο μουσείο και τα υλικά κατάλοιπα της Βυζαντινής περιόδου και των μετέπειτα αιώνων, φωτίζοντας άγνωστες μέχρι σήμερα πτυχές της ζωής της πόλης και της ευρύτερης περιοχής.
Πηγή arhaiologia.gr